- καράσιος
- (Carassius). Γένος ψαριών της οικογένειας των κυπρινιδών. Τα άτομα του γένους έχουν μακρύ ραχιαίο πτερύγιο και τα φαρυγγικά τους τόξα είναι διατεταγμένα σε μια σειρά. Στο γένος αυτό ανήκουν δύο είδη: ο κ. ο κοινός και ο κ. ο χρυσόχρωμος. Ο κ. ο κοινός, που ζει στις ελώδεις περιοχές, στις λίμνες και στους ποταμούς της κεντρικής Ευρώπης και της ανατολικής Ασίας, είναι ένα είδος στρογγυλού κυπρίνου, χρώματος καφετί και με κοιλιά κίτρινη. Γεννά αβγά την άνοιξη, τα εναποθέτει στα φυτά και τρέφεται κυρίως με βενθικούς οργανισμούς, με ζωοπλαγκτόν και με φυτά. Ο κ. ο χρυσόχρωμος, που ονομάζεται κοινώς χρυσόψαρο ή κοκκινόψαρο, κατάγεται από την Κίνα και υπάρχει σε μεγάλη ποικιλία διασταυρώσεων. Τα ψάρια αυτά είναι αλιεύσιμα και μπορούν να ζήσουν σε ενυδρεία ή σε γυάλινα δοχεία.
Dictionary of Greek. 2013.